αναφέρεται σε φύλα εκτός της δυαδικότητας cismale ή cisfemale.
Η 'σεξουαλική μειονότητα'
αναφέρεται σε ταυτότητες σεξουαλικού προσανατολισμού ή άτομα που γενικά θεωρούνται μη ετεροφυλόφιλα, π.χ. λεσβίες, ομοφυλόφιλοι, αμφιφυλόφιλοι, queer, πανσεξουαλικοί.
[Κοινωνικό] Φύλο
Αναφέρεται στην εσωτερική αντίληψη των ατόμων και στο βίωμα τους σχετικά με την αρρενωπότητα και τη θηλυκότητα, ή/και την κοινωνική κατασκευή που κατανέμει ορισμένες συμπεριφορές σε ανδρικούς και γυναικείους ρόλους.
Θυματοποίηση
Συγκεκριμένος όρος που περιγράφει τις διακρίσεις που υφίσταται ένα άτομο επειδή έχει υποβάλει καταγγελία ή ήταν μάρτυρας στην καταγγελία άλλου προσώπου.
ΙΔΕ [EDI]
ακρωνύμιο των λέξεων Ισότητα, Διαφορετικότητα και Ένταξη [Equality, Diversity and Inclusion]. Αποτελεί έναν όρο που χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο τόσο από την Ε.Ε. όσο και στο πλαίσιο της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Ο όρος 'διαφημιζόμενο'
αναφέρεται σε κάτι που είναι εύκολα ορατό, προσιτό ή/και προωθείται είτε στην Πανεπιστημιούπολη είτε ηλεκτρονικά σε χώρους και σελίδες του ΑΕΙ.
Ο όρος 'επιδοτούμενος'
αναφέρεται σε μειωμένη τιμή που προσφέρεται από τα ΑΕΙ προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση και οι ευκαιρίες σε αυτά.
Ο όρος 'κατά τη διάρκεια του μαθήματος'
αναφέρεται στο χρόνο: την περίοδο ή για τη διάρκεια ενός δεδομένου χρόνου.
Η 'μειονότητα φύλου'
αναφέρεται σε φύλα εκτός της δυαδικότητας cismale ή cisfemale.